Η αλλαγή του κλίματος έχει αναφερθεί ως κινητήρια δύναμη για τα αναδυόμενα ζητήματα ασφαλείας τροφίμων και ζωοτροφών παγκοσμίως.
Οι αναμενόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην παρουσία μυκοτοξινών στα τρόφιμα και τις ζωοτροφές προκαλούν μεγάλη ανησυχία. Αυτοί οι μεταβολίτες μυκητων είναι σημαντικές αιτίες χρονιας τοξικότητας από την έκθεση μέσω της τροφής , ειδικότερα τις αφλατοξίνες οι οποίες έχουν την υψηλότερη οξεία και χρόνια τοξικότητα όλων των μυκοτοξινών. Το θέμα έχει μεγάλο οικονομικό και κοινωνικό ενδιαφέρον αφού περίπου 9 εκατομμύρια εκτάρια αραβοσίτου και 26 εκατομμύρια εκτάρια μαλακού σίτου καλλιεργούνται ετησίως στην Ευρώπη και τα δημητριακά συμβάλλουν στο 30% της ανθρώπινης διατροφής των βιομηχανικών χωρών , καθώς και στο 50% περίπου των ζωοτροφών στην Ευρώπη.
Οι πιο τοξικές μυκοτοξίνες είναι οι αφλατοξίνες, οι οποίες μπορούν να εμφανιστούν σε καλλιέργεια ξενιστών που έχουν μολυνθεί από ορισμένα είδη του Aspergillus. Οι αφλατοξίνες είναι γενοτοξικες, καρκινογόνες και ανοσοκατασταλτικες προκαλώντας τόσο οξεία όσο και χρόνια τοξικότητα . Σχετικά προβλήματα υγείας είναι δύσκολο να διαγνωσθούν κυρίως λόγω των κρυπτικών, μακροπρόθεσμων και χρόνιων εκθέσεων.
Οι αφλατοξίνες αναφέρονται σε πολλές γεωργικές καλλιέργειες κυρίως από αραβόσιτο , φυστικια , καλαμπόκι και βαμβακελαιο. Επίσης η αφλατοξινη είναι δυνατόν να ανιχνευθεί στο γάλα , στα γαλακτοκομικά προϊόντα , παγωτα και άλλους ξηρούς καρπούς όπως καρύδια, φυστικια Αιγινης. Η αφλατοξινη μπορεί να προκαλέσει οξεία νέκρωση του ήπατος , κίρρωση και καρκίνο του ήπατος.
Το Aspergillus flavus, ο βασικός μύκητας για την παραγωγή αφλατοξινης, είναι καλά προσαρμοσμένος στις θερμες και ξηρές καιρικές συνθήκες.